Ο Γερο - Δήμος Γκούμας
Eίναι προφορική παράδοση της οικογένειας των Γκουμαίων, πως: «η φάρα μας κρατάει από παλιά…».
Με απαρχή, κάπου εκεί τον 13ο αιώνα, στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, που προέκυψε από την διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μετά την Δ΄ Σταυροφορία (1204).
Τότε το κράτος της Ηπείρου, με έδρα την Άρτα και μετά τα Γιάννενα, περιελάμβανε όλη την Ήπειρο, την Αιτωλοακαρνανία και αργότερα τα Επτάνησα, την Μακεδονία μέχρι και την Θράκη, αλλά και την Θεσσαλία.
Στο Δεσποτάτο της Ηπείρου, ο μακαρίτης ο πατέρας μου Χρήστος Θ. Γκούμας, έλεγε ότι είχε εντοπίσει, μέσα από ιστορίες και θρύλους, τους παλαιότερους των Γκουμαίων: στρατηγούς του Δεσποτάτου της Ηπείρου, που με τα χρόνια, σκόρπισαν οικογένειες στον Ελλαδικό χώρο. Και έτσι σήμερα, συναντάμε το επώνυμο Γκούμας, σε πολλά μέρη στην Ελλάδα.
Στην Αγόριανη (την Επτάλοφο Παρνασσού) του 18ου αιώνα, έχει τις ρίζες το δικό μου γενεαλογικό δένδρο.
Ήταν τότε, στις αρχές του 1700 που ο γενναίος και φιλόπατρις Κομνάς Τράκας, ξαναέστησε μέσα από τα μεσαιωνικά της χαλάσματα, την Αγόριανη.
Στο κάλεσμα του προς τους βλαχοποιμένες του Παρνασσού για να κατοικηθεί – ξανά το χωριό, φαίνεται να έδωσε το παρόν και ο Δήμος Γκούμας. Άνθρωπος με στρατιωτικό χαρακτήρα και γενναιοψυχία. Όπως και τα άξια παιδιά του.
Μια οικογένεια, αυτή των Γκουμαίων, παραδοσιακά φίλη, με την σπουδαία οικογένεια των Τρακαίων, σύμφωνα με την παράδοση.
Από τότε μέχρι και σήμερα, στο χωριό, το επίθετο Γκούμας σημαίνει: «αγύριστο κεφάλι». Άνθρωπο κατασταλαγμένο, αλλά και πείσμωνα. Αποφασιστικό αλλά συνάμα αμετάπειστο.
Ότι πρέπει δηλαδή για άνθρωπο που ασχολείται με την τέχνη του πολέμου. Όπως τους γεννήτορες της οικογένειας, τους θρυλικούς Γκουμαίους του 1821 Τον Γέρο - Δήμο Γκούμα με τους γιούς του: Νικόλαο Γκούμα, Παναγιώτη Γκούμα και Ευστάθιο Γκούμα. Και τον Νικόλαο Γκούμα με τον γιό του: Θεοδωρή Γκούμα.
Ο Νικόλαος Γκούμας.
Η καταγωγή της οικογενείας του πατέρα μου (Χρήστου Θ. Γκούμα), προέρχεται από τον Νικόλαο Γκούμα, τρις προπάππο μου.
Αγωνιστή υπέρ του Αγώνα της Ανεξαρτησίας, μαζί με τον αδελφό του Παναγιώτη Γκούμα, καταταγμένων στο Σώμα του Οπλαρχηγού της Αγόριανης Κομνηνού Τράκα (1786-1840).
Τιμημένο με τον Σιδηρούν Σταυρό του Βασιλείου της Ελλάδος. Χαρακτήρα θαυμάσιο, με αρίστη διαγωγή, όπως βεβαιώνει και ο τότε Δήμαρχος Χαραδραίων.
Γενναιότατο στον πόλεμο κατά των Τούρκων, όπως αποδεικνύεται από τα πολεμικά λάφυρα, που με την άδεια του Οπλαρχηγού Κ. Τράκα, κράτησε – μαζί με τον αγαπημένο αδελφό του Παναγιώτη, ως ενθύμιο, από την θρυλική Μάχη της Άμπλιανης (1824).
Ήταν τότε που οι Έλληνες επαναστάτες, με αρχηγούς τους: Νάκο Πανουργιά, Κομνηνό Τράκα κ.α. έχοντας στρατό 2.000 Ελλήνων, τσάκισαν τον Γιουσούφ Πασά και τον Αμπάζ Πασά, με δύναμη 12.000 Οθωμανών.
Όπως αναφέρουν οι ιστορικοί, η μάχη κρίθηκε όταν «αίφνης ενεμφανίσθησαν κατερχόμενοι εκ του Παρνασσού ορμητικώς 200 παληκάρια υπό τους οπλαρχηγούς Γ. Καλμούκην και Κομνάν Τράκα πυροβολούντες και βοώντες: Απάνω στους μουρτάτες...!».
Στη μάχη αυτή διέπρεψαν οι Σουλιώτες, οι Αγοριανίτες μεταξύ των οποίων οι Νικόλαος και Παναγιώτης Γκούμας και οι Σαλωνίτες. Αναφέρεται δε και η εξόντωση του Σουλεϊμάν Μπέη της Ζίχνης, υπό των Αγοριανιτών.
Του οποίου Μπέη, φέρεται να ανήκει το σύνολο των Οθωμανικών όπλων, που πήραν ως πολεμικά λάφυρα τα αδέλφια Νικολάου και Παναγιώτη Γκούμα. Όπως γνωρίζω από τη οικογενειακή μου παράδοση.
Ο Παναγιώτης Γκούμας.
Ο Παναγιώτης Γκούμας είχε την δυστυχία να έχει αιχμάλωτη των Τούρκων, την κόρη του: Τασιά Γκούμα (ανιψιά του Νικολάου Γκούμα). Ενώ το δράμα της οικογένειας των Γκουμαίων δεν τελείωνε εκεί, καθώς μετρούσε έναν ακόμη αιχμάλωτο των Τούρκων: τον Ευστάθιο Γκούμα. Αδελφό του Παναγιώτη και του Νικολάου και θείο του Θεόδωρου Γκούμα.
Η Τασιά και ο Ευστάθιος είχαν αιχμαλωτιστεί μαζί με άλλους 68 Αγοργιανίτες, από τον Μουσλέμπεγη, μετά την πτώση των Αθηνών το 1827 Και αναφέρεται πως είχαν δοθεί δώρο (ως δούλοι), στον Κιουταχή.
Ο ίδιος ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας προσπάθησε μάταια το 1830 να τους βρει και να τους ελευθερώσει. Όπως μαρτυρούν τα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών.
Τέλος όπως είναι καταγεγραμμένο, οι Γκουμαίοι Αγωνιστές, διακρίθηκαν στην Δεύτερη Πολιορκία και Έξοδο του Μεσολογγίου το 1825-1826, υπό τον Κομνά Τράκα.
Eνώ μετά το ιστορικό παρόν στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας, δεν έχασαν τον επαναστατικό τους χαρακτήρα, αφού στασίασαν δύο φορές επί Βασιλέως Όθωνος.
Την πρώτη φορά το 1844 και την δεύτερη το 1848 για την νοθεία που επιχειρήθηκε κατά τις βουλευτικές εκλογές, από μέρος του Όθωνα. Αρχηγοί δε των στασιαστών ήταν οι απόγονοι του προεστού της Αγόριανης: Θεοδώρου Τράκα.
Τα Όπλα των Γκουμαίων Αγωνιστών.
Τα λάφυρα από την Μάχη της Άμπλιανης, (οθωμανικά όπλα στο σύνολό τους), που πήραν οι Νικόλαος και Παναγιώτης Γκούμας αφού διαφυλάχτηκαν για δύο αιώνες, μέσα σε κρύπτες, ευλαβικά από γενιά σε γενιά, είναι που εκτίθενται σήμερα ως: Πολεμική Συλλογή Θεοδώρου Χρ. Γκούμα https://sites.google.com/view/gkoumasmilitarycollection/ στην μόνιμη έκθεση: Όψεις του Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Στο Μουσείο Ελληνικής Επανάστασης – Οικία Πανουργιά, στην Άμφισσα. Δωρεά στον Δήμο Δελφών και την πόλη της Άμφισσας, από το 2018 με την διαρκή υποχρέωση για την συντήρηση, φύλαξη και ανάδειξή τους.
Για την ακρίβεια, από τα εκτεθειμένα αντικείμενα της Συλλογής, απουσιάζουν κάποια. Πρόκειται για το Μαστίγιο του Χασάν Αγά, μια οβίδα, από την Πολιορκία των Σαλώνων (1821) και το Αποδεικτικό Παπακωνσταντή.
Που σαφώς δεν συσχετίζονται με τα Οθωμανικά Πολεμικά Λάφυρα, αλλά περιμένουν και αυτά την ανάδειξή τους, από τον Δήμο Δελφών.
Το Μουσείο Ελληνικής Επανάστασης – Οικία Πανουργιά, είναι ένα Οθωμανικό σεράι, των Σαλώνων που μετά την Επανάσταση πέρασε στην κατοχή του Αρματολού της πόλης: Γέρο Πανουργιά. Εμπνευσμένη δημοτική αρχή, αναπαλαίωσε το κτίσμα. Ένα ωραίο δείγμα φρουριακής αρχιτεκτονικής της Οθωμανικής περιόδου.
Και επόμενη δημοτική αρχή, το 2019 όρισε με επιτυχία, το μνημείο, ως Μουσείο της Επανάστασης του 1821. Εγκαινιάστηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο και το επισκέφτηκε, κατά τους εορτασμούς των «200 Χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση» και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αικατερίνη Σακελλαροπούλου.
Βρίσκεται στην Άμφισσα, στη γειτονιά των Μουσείων όπως θέλει να λέει, ο αξιόλογος πρώην δήμαρχος Δελφών: Aθανάσιος Ηλ. Παναγιωτόπουλος. Και περιμένει τους επισκέπτες, να διηγηθεί ιστορίες θαυμάσιες για «Χρόνια Δοξασμένα».
Ο Θεοδωρής Γκούμας.
Η Καταγωγή της οικογενείας του πατέρα μου (Χρήστου Θ. Γκούμα), λαμπρύνθηκε και με τον γιό του Νικολάου Γκούμα, τον Θεόδωρο ή Θεοδωρή Γκούμα, δις προπάππο μου.
Επίσης Αγωνιστή υπέρ του Αγώνα της Ανεξαρτησίας.
Ο Θεόδωρος Γκούμας από νωρίς, (από το 1821 ή το 1822) εγκατέλειψε την οικογένεια του στο χωριό και πολέμησε με ατρόμητο θάρρος και γενναιότητα, όπως άλλωστε του υπαγόρευε η οικογενειακή παράδοση. Όπου είχε τις ρίζες της στον παππού του, τον ατρόμητο: Γέρο - Δήμο Γκούμα.
Για τον Θεοδωρή Γκούμα θα έλεγε κανείς πως: «ήταν πολύ σκληρός για να πεθάνει…» αφού επί μια οκταετία περίπου τσάκιζε τους Τούρκους έχοντας υπό την οδηγίαν του αρκετούς στρατιώτες, σύμφωνα με έγγραφο των Οπλαρχηγών: Β. Μαυροβουνιώτη και Ν. Κριεζώτη.
Έναν απίστευτο μαχητή, του οποίου η συμμετοχή σε τόσο μεγάλο αριθμό μαχών προκαλεί κατάπληξη: «…εις Κάρυστον, Δαδίον, Ελευσίνα, Ανηφορίτην, Θεσσαλίαν, Σάλοναν και στην πολιορκίαν Αθηνών, Λεβαδειάς, Αταλάντης, Βρυσακίου και Αλαμάνας». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο ιστορικός: Δρόσος Κραβαρτόγιαννος.
Όμως η μοίρα δεν του φύλαγε τη χαρά, να ζήσει στην Ελεύθερη την Ελλάδα, αναγνωρισμένη ως Ανεξάρτητο Κράτος.
Το τελευταίο έτος της Επανάστασης και συνάμα πρώτο έτος της Ανεξαρτησίας, στην κρίσιμη μάχη του Μαρτίνου Λοκρίδας, τον Ιανουάριο 1829, τότε που απωθήθηκαν οριστικά οι Οθωμανοί και χαράχτηκαν τα σύνορα, ο Θεόδωρος Γκούμας, βετεράνος των μαχών βρίσκεται λίγο πριν το ηρωικό του τέλος.
Ο Θεοδωρής Γκούμας με το ασκέρι του.
Οι Έλληνες υπό τον Βάσο Μαυροβουνιώτη, στο Μαρτίνο, συντρίβουν το «Ναζίμ Ασκέρ» του Μαχμούτ - Πασά, κυριεύοντας μεταξύ άλλων και τρεις σημαίες των Τούρκων. (Οι οποίες φυλάσσονται σήμερα στο Προεδρικό Μέγαρο και στο Πολεμικό Μουσείο των Αθηνών).
Ο ίδιος δε, ο Μαχμούτ πανικόβλητος διαφεύγει προς την Λαμία, μαζί με τα υπολείμματα του στρατού του.
Ενώ πίσω του τον «καταδιώκει με λύσσα» ο Θεόδωρος Γκούμας αλλά και άλλοι Έλληνες.
Στην περιοχή της Αλαμάνας, μετά από 12 ημέρες, τον εντοπίζουν οι Έλληνες διώκτες του.
Ο Μαχμούτ αντιστέκεται σθεναρά. Ακολουθεί αψιμαχία μεταξύ Τούρκων και Ελλήνων. Και γίνεται σύντομη μάχη.
Ο Μαχμούτ πασάς σώζεται την τελευταία στιγμή. Οι Οθωμανοί στρατιώτες τον προφυλάσσουν με κάθε τρόπο και τίμημα.
Δύο Έλληνες όμως πέφτουν νεκροί. «Ο Θεοδωρής Γκούμας από την Αγόριανη και ο Αναγνώστου Πανταζής από την Λαμία», όπως αναφέρουν οι ιστορικοί.
Έπεσε ηρωικά καταδιώκοντας τον Μαχμούτ – πασά.
Εκείνο τον βαρύ χειμώνα του 1829 ένας ακόμη ήρωας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 έπεσε ηρωικά. Και όπως αναφέρεται: «αφήσας τέκνα αποθνήσκοντα της πείνας…». Γιατί η οικογένεια του Θεοδώρου Γκούμα, στο ορεινό χωριό του Παρνασσου, ήταν πια ακέφαλη.
Από το 1840 διασώζεται έγγραφο όπου η οικογένεια του ηρωικά πεσόντα Θεοδώρου Γκούμα του Νικολάου, με σφραγίδες και υπογραφές του Ιγνάτιου, του Βάσου Μαυροβουνιώτη και του Νικολάου Κριεζώτη, αιτείται από το Ελληνικό Κράτος, μια σύνταξη.
Ο Δρόσος Κραβαρτόγιανος όμως σημειώνει, ότι αυτό το αίτημα, είναι βέβαιο ότι δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Γιατί η Αντιβασιλεία των Βαβαρών ενέσκηψε ως λαίλαπα. Λεηλάτησαν ότι είχε μείνει από τους πόρους του φτωχού Ελληνικού Δημοσίου και οι αναξιοπαθούσες οικογένειες των πεσόντων ηρώων, παρέμειναν πάμφτωχες.
Τιμή και Δόξα από τον Δήμο Λοκρίδας.
Δεν είναι γνωστός ο τάφος του Θεόδωρου Γκούμα. Γνωρίζουμε όμως τους συμπολεμιστές του, στη Μάχη του Μαρτίνου.
Τον οπλαρχηγό Γιώργο Παγώνα, από την Παρνασσίδα. Τον Κώστα Καλατζή*, από την Λειβαδιά. Τον Γιάννη Αλεξάνδρου, από τους Δελφούς. Τον Λάμπρο Οδυσσέως και τον Γιάννη Κοντούλη, από την Λοκρίδα. Καθώς και τον Σταύρο Μαυροδήμο, από την δυτική Φθιώτιδα.
Όλους αυτούς τους Ήρωες τιμά με αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας, κάθε χρόνο ο Δήμος Λοκρών. Στις 29 Ιανουαρίου, την επέτειο της Μάχης του Μαρτίνου.
Ο Θεόδωρος ή Θεοδωρής Γκούμας υπήρξε ο τελευταίος ήρωας μιας ατελείωτης αλυσίδας, θυσίας και προσφοράς των Αγοριανιτών, στον Αγώνα για την Ελευθερία.
Που είχε ξεκινήσει στις 10 Απριλίου 1821, με την θυσία του ηρωικά αγωνιζόμενου και πεσόντα Αγοριανίτη: Σταμάτη Τράκα, κατά την πολιορκία του Κάστρου των Σαλώνων.
*Ο Κώστας Καλαντζής που αναφέρεται, είναι ο φρουρός της Ακροπόλεως που τα Χριστούγεννα του 1863 ανέφερε στο δικηγόρο Σπυρίδωνα Φόρτη τις πλήρεις λεπτομέρειες της δολοφονίας του Οδυσσέως Ανδρούτσου από τους Ιωάννη Μαμούρη, Παπακώστα Τζαμάλα, Μήτρο Τριανταφυλλίνα και Θεοχάρη Λιδωρικιώτη .
Απεβίωσε ως ταγματάρχης της Βασιλικής Φάλαγγος το 1887.




























Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου