ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ
«Τον Παρθενώνα, την μαρμάρινη κιβωτό του Ελληνικού πνεύματος, το ύψιστο μνημείο της Κλασικής Αρχαιότητος, τον υπέρλαμπρο Ναό της Αθηνάς Παλλάδος, ευτύχησα να επισκεφτώ, χθες. Με ζέστη-προοίμιο καλοκαιριού, με μακάρια ησυχία και με ολίγους επισκέπτες, το πνευματικό προσκύνημα, στην Ακρόπολη, που γίνεται συχνά - πυκνά, αυτή την φορά ήταν μακράν το καλύτερο. Γεγονός στο οποίο συντέλεσε και η ιδιαίτερη φροντίδα, που δόθηκε από την Πολιτεία, στις υποδομές για την επίσκεψη και την ασφάλεια εμάς, των επισκεπτών».
Θεόδωρος Γκούμας.
Αναφέρομαι ειδικά, στους υπέροχους διαδρόμους που καλύπτουν την διαδρομή από δυτικά προς ανατολικά, πάνω στον Ιερό Βράχο, μαζί με την διακλάδωση προς τον ανελκυστήρα για ΑΜΕΑ Αλλά και στην προσβασιμότητα των ΑΜΕΑ μέσω ενός κατάλληλου ανελκυστήρα. Και φυσικά δεν αναφέρομαι στα υλικά, για τα οποία έγινε «πολύ ντόρος», πρόσφατα. Και για τα οποία δόθηκαν όλες οι πειστικές εξηγήσεις, από τους πλέον αρμόδιους. Αλλά στην αρμόζουσα αισθητική και το πλέγμα ασφάλειας, που απολαμβάνουμε πλέον, ως λάτρεις των καταπληκτικών μνημείων, της Ακρόπολης.
Ας αρχίσουμε όμως το οδοιπορικό μας, που χρονικά συμπίπτει με τα Θαργήλια. Την γενέθλια γιορτή του Απόλλωνα που «τελούνταν έν άστει» στην Αρχαία Αθήνα κατά τη εβδόμη (ζ΄) ημέρα του μήνα Θαργιλιώνα (16 Μαΐου- 15 Ιουνίου). Έναν Απόλλωνα «Ήλιο, Ηλιάτορα», ο οποίος μας χάρισε το σκληρό του φως. Κάτω από το οποίο δεν αντέχεται καμία σκιά και δεν κρύβεται κανένα ψεγάδι. Τρανή απόδειξη της απολύτου θεότητας του φωτός, που και Ο δικός μας Θεός, Ο Αληθινός αλληγορικά λέει: «Εγώ ειμι το φως του κόσμου• ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ ' έξει το φως της ζωής».
H μέρα είχε φτάσει στη μέση της, όταν διασχίζαμε τα δρομάκια του Πικιώνη. Ανεβαίνοντας τις βαθμίδες, με τις νεαρές και διψασμένες ελιές προς την είσοδο του Αρχαιολογικού Χώρου, της Ακρόπολης. Γύρω μας ελάχιστοι τουρίστες, κυρίως Σλαβόφωνοι και Τούρκοι. Και σχεδόν καθόλου Έλληνες. Μπροστά μας φαινόταν η ατραπός με τα γυαλισμένα λιθάρια, από τα αμέτρητα πόδια των ανθρώπων, που ανά τους αιώνες, προσκύνησε, βεβήλωσε, θαύμασε ή έκλεψε, ότι υπήρχε και ακόμη βρίσκεται εκεί πάνω. Κάτω μπορούσες να δεις το Ρωμαϊκό Ωδείο, γνωστό ως «Ηρώδειο», και πιο κει τα απομεινάρια του πρώτου θεάτρου του κόσμου, του Αρχαίου Θεάτρου του Διονύσου.
Ώσπου φτάσαμε στα ημιτελή (από την Αρχαιότητα), Προπύλαια. Κτισμένα στο γκρεμό, μεταξύ 437-432 π.Χ., μετά την ολοκλήρωση του Παρθενώνα, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Μνησικλή. Επιβλητικό κατασκεύασμα με άγνωστους και μη επισκέψιμους υπόγειους χώρους. Εκεί στα πορώδη Αρχαϊκά θεμέλια, όπου βρίσκονται εντοιχισμένα τα παμπάλαια τμήματα των αρχικών Προπυλαίων. Μέσα στα σπλάχνα του τωρινού μνημείο, τα προϋπάρχοντα δομικά στοιχεία, με ορατές ακόμη και ανάγλυφες παραστάσεις. Και πάνω, ψηλά, αναστηλωμένη μια θαυμάσια οροφή. Με τα φατνώματα, σαν να κρατούν τον ουράνιο θόλο.
Και είδαμε απέναντί μας, την κορωνίδα του Χρυσού Αιώνα, τον σκοπίμως έτσι προσανατολισμένο «Εκατόμπεδο Παρθενώνα», ώστε να εντυπωσιάζει με την αίσθηση τόσο του πλάτους όσο και του μήκους του. Αρχιτεκτονικό έργο των Ικτίνου και Καλλικράτη, που ολοκληρώθηκε μόλις σε δέκα χρόνια, από το 448 π.Χ. που θεμελιώθηκε. Με Γλύπτη τον Φειδία που στόλισε όλες τις μετόπες του δωρικού αυτού Ναού. Με άγνωστο υπόγειο άδυτο, χώρο για τον οποίο οργιάζουν οι φήμες για κρυμμένα αγάλματα, κρυφούς άλλους Ναούς αλλά και σήραγγες, στοές και ότι εξάπτει την φαντασία των συνομοσιολόγων. Τον Παρθενώνα, από Πεντελικό μάρμαρο, επιχρωματισμένο που σήμερα πληγωμένος και ακρωτηριασμένος από τα γλυπτά του, θαυμάζεται από δύο εκατομμύρια τουρίστες, τον χρόνο.
Εδώ που δεν φεύγουν ποτέ οι σκαλωσιές, παρά τις επί δεκαετίες αναστηλώσεις, μιας και το φιλόδοξο πρόγραμμα των Ελλήνων αρχαιολόγων επιτάσσει την θυσία του χρόνου, εμπρός στον άθλο της αναστήλωσης. Δεν πέρασε άλλωστε ένας χρόνος που αποφασίστηκε η αποκατάσταση του Σηκού. Του εσωτερικού του Ναού, όπου υπήρχε το άγαλμα της Αθηνάς. Με αρχή να γίνεται από τον βόρειο τοίχο, του οποίου τα μέλη βρίσκονται διάσπαρτα κάτω, στον χώρο. Όταν λοιπόν αυτό γίνει, σε δεκαπέντε χρόνια, οι τοίχοι θα αποτελούν φόντο πίσω από τους κίονες και οι επισκέπτες θα σχηματίζουμε μια ολοκληρωμένη πλέον εικόνα.
Στην συνέχεια κατευθυνθήκαμε βόρεια, προς το Ερέχθειο. Το παλαιότερο αρχιτεκτονικό κομμάτι, του λόφου της Ακρόπολης. Γεμάτου πηγές με τρεχούμενο νερό αλλά και πηγάδια, που ο μύθος θέλει να ακούγεται από μέσα τους ο παφλασμός της θάλασσας του Φαλήρου. Όπως αυτό που βρίσκεται στο Ερέχθειο. Ένα πολύπλοκο οικοδόμημα, με πόρτες, παράθυρα, υπόγεια και πολλά μυστικά, γύρω από τους τάφους των Κέκροπα και Ερεχθέα. Εκεί όπου οι εναπομείνασες Καρυάτιδες ακούγονταν τις νύχτες να θρηνούν – όπως ο θρύλος λέει, την αρπαγή, από τον Λόρδο Έλγιν, της αδελφής τους.
Για να περιδιαβούμε τα τείχη, με τις κρυφές πύλες προς την πόλη των Αθηνών, με τα μικρά και μεγάλα σπήλαια που ερμητικές πόρτες και οχυρωματικά έργα, κρατούν μακριά όχι μόνο ανθρώπους αλλά και βλέμματα. Να δούμε δεκάδες χαράγματα πάνω στα μάρμαρα, κυρίως από χριστιανούς. Να ανακαλύψουμε βωμούς Αυτοκρατόρων, Ρωμαϊκούς Ναούς, πέντε χριστιανικές εκκλησίες αλλά και την βάση του μιναρέ, όταν σε απόλυτη παράνοια - ο Παρθενώνας έγινε Τζαμί. Τέλος, να εκπλαγούμε από τον Σιδηρόδρομο της Ακρόπολης, το κανόνι των Τούρκων, τα υπολείμματα από την στέγη του Παρθενώνα και πολλά άλλα.
Τελειώνοντας την κυκλική μας βόλτα και μετά τα σκόρπια δομικά στοιχεία του Ναού της Αφροδίτης, που ήθελα να εντοπίσω αυτή την φορά, καταλήξαμε σχεδόν εκεί από όπου ξεκίνησε η περιήγησή μας. Αποχαιρετήσαμε λοιπόν το τελευταίο και αναστηλωμένο αρχιτεκτόνημα, τον Ναό της Άπτερου Νίκης. Ένα κόσμημα, υψηλής αισθητικής που έγινε ως αρχιτεκτονικό πείραμα, μετά από διαμάχες για τις διαστάσεις των δίπλα, Προπυλαίων. Χτισμένος πάνω σε προμαχώνα, με υπόγεια, όπως μαρτυρούν τα χτισμένα παράθυρα κάτω και βόρεια. Και πήραμε τον δρόμο της κατάβασης, με την ευφορία που χαρίζει στον επισκέπτη κάθε επαφή, με το Αρχαίο Ελληνικό Κάλλος.
Τα σκαλιά σχεδόν απότομα, σου προσφέρουν αίσθηση αιώρησης προς τον λόφο της Πνύκας. Και η έξοδος από την Δυτική Πύλη της Ακρόπολης, σε επαναφέρει μέσω του περιβάλλοντος κατάφυτου χώρου, με ομαλό τρόπο, στην σύγχρονη και άναρχη πόλη. Εδώ που παρά τον ενοποιημένο αρχαιολογικό χώρο – ιδέα της Μελίνας και τις αρχαιοπρεπείς και επιβλητικές πολυκατοικίες της 830 μέτρων οδού: Διονυσίου Αρεοπαγίτου, η κακογουστιά, ο διαχρονικός μοντερνισμός και το κιτς, αντιπαραβάλλουν το έργο των σύγχρονων Ελλήνων, με θράσος, απέναντι σε αυτό του Περικλή. Καθιστώντας την πόλη της Αθήνας, την ασχημότερη πόλη, γύρω από ομορφότερο Βράχο. Και τον ιερότερο τόπο, όπου φυλάσσονται τα ιερά μαθηματικά, η ιερή γεωγραφία, η ιερά ιστορία και η ιερή εθνική θρησκεία, των Ελλήνων.





























Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου