Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2021

40 ήμερο μνημόσυνο Χρήστου Γκούμα.

40 ήμερο μνημόσυνο Χρήστου  Γκούμα.

Δυό λόγια για έναν υπέροχο πατέρα, που έπεσε θύμα της πανδημίας. Της εγκληματικής διαχείρισής της, από ανθρώπους με βαρύτατες ευθύνες απέναντι στην κοινωνία και Τον Θεό.

 


 

Αγαπητέ και σεβαστέ πατέρα.

Γεννήθηκες στην Επτάλοφο, τον ένδοξο Οκτώβρη του 1940 και έφυγες από την ζωή άδοξα, στο θανατηφόρο ξέσπασμα, του δεύτερου κύματος της πανδημίας που συντελέστηκε και στην Άμφισσα, τον καταραμένο Οκτώβρη του 2020

Γεννήθηκες μόνος, στην μάταιη αυτή ζωή και έφυγες πριν από 40 ημέρες επίσης μόνος, όπως δεν σου άξιζε και όπως σε κανέναν άνθρωπο δεν πρέπει. Χωρίς εμάς-την οικογένεια δίπλα σου, αλλά και τους πολυαγαπημένους σου συγγενείς και φίλους.

Με οδύνη παρακολούθησα, αναγκαστικά από μακριά, την μοναχική πορεία σου προς τον «Γολγοθά». Από την ημέρα που πέρασες κατάκοπος την πόρτα του Σισμανόγλειου Νοσοκομείου, έως την έξοδό σου από την ΜΕΘ του «Γιώργος Γεννηματάς» στην Αθήνα, δυστυχώς νεκρός.

Τα τρομολάγνα δελτία ειδήσεων, δεν έπαψαν να καταγράφουν των γενναίο σου αγώνα για ζωή, αναφέροντάς σε ως έναν ακόμη άψυχο αριθμό, που επιβαρύνει τάχα - ένα απαξιωμένο από την Πολιτεία, Εθνικό Σύστημα Υγείας.

Μια Πολιτεία εγκληματικά υπεύθυνη για την αμέλεια ή ακόμη και τον δόλο που επέδειξε, στην επαίσχυντη διαχείριση της πανδημίας. Ειδικά από τον Μάιο του 2020 και μετά. Αγνοώντας τις δραματικές εκκλήσεις, των νοσοκομειακών ιατρών.

Σε κήδεψα απόκοσμα και μοναχικά στην Άμφισσα, μέσα στο βουβό μου πένθος, εν πλήρη απουσία συγγενών και φίλων. Ανθρώπων τρομαγμένων που δικαιολογημένα κρύφτηκαν σαν τα αγρίμια, για να σωθούν από τον λοιμό.

Δεν μπόρεσα να σε ασπαστώ για τελευταία φορά. Όπως δεν μπόρεσα να σου κρατήσω το χέρι, σε όλη την επίπονη νοσηλεία σου. Δεν σε είδα καν μέσα στο ερμητικά σφραγισμένο σου φέρετρο. Αντίθετα με τις παραδόσεις του τόπου μας.

 

Αγαπητέ και σεβαστέ πατέρα.

Υπήρξες τραγικό θύμα, μιας αποτυχημένης στα πράγματα, γενιάς. Της γενιάς μου. Ανθρώπων της ηλικίας μου, που ασκώντας δημόσια διοίκηση, δεν κατάφεραν να διαφυλάξουν τους ηλικιωμένους, από τον ιό με την κορώνα του θανάτου.

Ανήκες σε μια ανεπανάληπτη γενιά Ελλήνων, που ανασυγκρότησαν την χώρα, μέσα από τα αποκαΐδια του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και του επαίσχυντου Εμφυλίου Πολέμου, που επακολούθησε.

Που κατάφεραν σήκωσαν στους σάρκινους ώμους τους, τα βάρη της φτωχής αγροτικής οικογένειας, της αξιόλογης και μικρής τους κοινωνίας, αλλά και της διαχρονικά απούσας και πολέμιας αστικής, ελληνικής πολιτείας.

Υπηρέτησες με αληθινό ζήλο και απαράμιλλο ήθος στην Χαλκιδική, στην Εύβοια και την Φωκίδα, την Δημόσια Υγεία, με κέντρο τον άνθρωπο και όχι αναγκαστικά, το ψυχρό γράμμα του νόμου.

Ασχολήθηκες από τους πρώτους με τα κοινά, κατά την συγκρότηση της τοπικής αυτοδιοίκησης, ως εκλεγμένος Νομαρχιακός Σύμβουλος Φωκίδας, με την παράταξη του αείμνηστου θείου μου, Ζαφείρη Ζαφειρόπουλου.

Εκλέχτηκες στα ανώτατα συνδικαλιστικά αξιώματα, της Ομοσπονδίας των Δημοσίων Υπαλλήλων Ελλάδος και έδωσες αγώνες ακόμη και στον στο δρόμο, κατά των αθλίων μνημονίων, που ισοπέδωσαν κοινωνικά την χώρα.

Ενώ δεχόσουν βραβεία, από λογοτεχνικούς φορείς, για την ενασχόλησή σου, με την τέχνη των γραμμάτων. Ένα νοσταλγικό ταξίδι, στο παρελθόν των παιδικών σου χρόνων, κάτι που σε προετοίμασε τελικά για την «μεγάλη φυγή».

 

Αγαπητέ και σεβαστέ πατέρα.

Σήμερα δεν κατοικείς στο χωμάτινο υπόγειο  δωμάτιο, στον «περίβολο των κεκοιμημένων». Στο Κοιμητήριο του Αγίου Νικολάου. Για εμένα, ζεις σε ανώτερες ουράνιες σφαίρες. Κοντά Στον Δημιουργό και Θεό μας.

Μπορεί το σώμα σου να αναπαύεται στα σωθικά της  Άμφισσας, αλλά η αθάνατη ψυχή σου, αγαλλιάζει στου Παρνασσού τα έλατα, όπου οι αναμνήσεις των παιδικών σου χρόνων. Όπου τα σκληρά σου βιώματα της ζωής στο χωριό.

Η παρακαταθήκη σου ζωντανή: H υπέρβαση των πολιτικών αντιθέσεων και η αγάπη για τον τόπο μας. Δεν ξεχώρισες ποτέ τους ανθρώπους, ανάλογα με τα πιστεύω τους. Δεν έπαψες ποτέ να αγαπάς την Ελλάδα, την Φωκίδα και τον Παρνασσό.

Η αγάπη για τον συνάνθρωπο ήταν το κύριο χαρακτηριστικό σου, καθώς νυχθημερόν υπηρετούσες γνωστούς και φίλους, με τον μοναδικό ανιδιοτελή τρόπο που μόνο εσύ ήξερες, Διδάσκοντας ταυτόχρονα εμάς, τα παιδιά σου.

Εμάς που συνήθως πλήτταμε με τις διηγήσεις σου. Που καμιά φορά βαριόμασταν να ακούμε τις διδαχές σου. Που είχαμε συνηθίσει τις διακρίσεις σου. Που σε όλη μας την ζωή, λαμβάναμε εύσημα για εσένα. Για την ύπαρξή σου.

Που διαχειριστήκαμε άφρονα τον χρόνο, όταν σε είχαμε στην ζωή μας. Που σπαταλήσαμε στιγμές και τώρα αναπολούμε και υποφέρουμε. Που δεν προλάβαμε, δεν σκεφτήκαμε ή δεν μπορέσαμε τελικά, να σου πούμε τις αλήθειες μας.

Ως Μάρτυρας, με τον τραγικό σου θάνατο, δίδαξες την ζοφερή αλήθεια της καταραμένης πανδημίας και έσωσες ανθρώπους. Αφού πήραν στα σοβαρά την απειλή του κορονοιού. Πέρα από αμφισβητήσεις, θεωρήσεις και συνομοσιολογίες.

 

 Αγαπητέ και σεβαστέ πατέρα.

Σου ζητώ συγνώμη που δεν πρόλαβα να σε προφυλάξω, από αυτό που με θάρρος αντιμετώπισες, αφού εσύ και η γενιά σου δεν μπορούσαν βιολογικά να αντιπαλέψουν. Από αυτό που δεν κατάφεραν τελικά να προφυλαχθούν.

Σε ευχαριστώ για την ζωή που μου έδωσες. Για εμένα θα ζεις αλλά και θα ζεις, μέσα από εμένα. Όπως κάθε γονιός ζει μέσα από τα παιδιά του και ταυτόχρονα τα παιδιά του, όσο ζουν τον κρατάνε ζωντανό μέσα τους.

Δεν ξέρω εάν ποτέ καταφέρω να φτάσω το μεγαλείο του χαρακτήρα σου, αλλά το πλέον σίγουρο είναι, πως θα έχω ένα σπουδαίο μέτρο σύγκρισης. Έναν υπέροχο λόγο να προσπαθώ για να γίνω καλύτερος.

Είμαι βέβαιος πως έχεις συγχωρήσει όποιον φυσικό ή ηθικό αυτουργό, σου αφαίρεσε την ζωή.  Αλλά θέλω να ξέρεις, πως εγώ δεν πρόκειται να κάνω το ίδιο.  Πάντοτε εκεί έξω κοιτάζω στα μάτια τους ανθρώπους. Αναζητώντας τον δολοφόνο.  

Και ειδικά όσους, σε θέσεις ευθύνης μετέτρεψαν την κοινωνία μας, σε κρεματόριο. Παραβαίνοντας εντολές ανθρώπων και Θεών, να προστατεύσουν τους ηλικιωμένους, τους νοσούντες και τους αδυνάτους.

Ας είσαι αναπαυμένος Πατέρα. Καλό σου Παράδεισο. Και καλή Ανάσταση.

Καλή αντάμωση Πατέρα, που εύχομαι να είναι μετά από πολύ – πολύ καιρό.

Και κλείνω  τον ετεροχρονισμένο αυτό επικήδειο, με ένα δικό σου ποίημα. Μια αναφορά στον δικό σου πατέρα, που εκφράζει σήμερα, και εμένα απόλυτα, καθώς αποτυπώνει την νοσταλγία και την αγάπη στο δικό σου πρόσωπο:

 

 

«Πατέρα να σου κάνω συντροφιά

Λαχτάρησα το βράδυ αυτό που μόνος

Γυρίζω μες την κάμαρα κι ο πόνος

Βαριά μέσα μου απλώνει συννεφιά!

 

Λαχτάρησα πατέρα μου να ΄ρθω

Κοντά σου τρυφερά να σ΄αγκαλιάσω

Τα μάτια μου να κλείσω, να ξεχάσω

Και σαν αγνό παιδί να κοιμηθώ

 

Και συ… να μ΄ αγκαλιάσεις στοργικά,

Καθώς μικρούλη να με νανουρήσεις,

Τ΄ αξέχαστα απ΄ τη μνήμη μου να σβήσεις,

Για ν΄ αποκοιμηθώ γλυκά – γλυκά».

 

Χρήστος Θ. Γκούμας.

 

 

Αφιερωμένο στην μνήμη του πατέρα μου: Xρήστου Θ. Γκούμα, που έφυγε από την ζωή, στις 12 Δεκεμβρίου 2020 ως θύμα της πανδημίας, μετά από έναν και πλέον μήνα νοσηλείας. Παλεύοντας γενναία, στην τελικά - άνιση μάχη, με τον θάνατο. Σήμερα 21 Ιανουαρίου 2021 ημέρα του 40ήμερου μνημοσύνου του.

Θεόδωρος Χρ. Γκούμας.