ΒΙΛΛΑ ΛΕΒΙΔΗ - ΑΦΗΜΕΝΗ ΣΤΗ ΦΘΟΡΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
«Στην μυστηριακή βίλα με τα 70 δωμάτια, στον Λόφο Λεβίδη, στην Παλλήνη, με έφερε η σωματική άσκηση (sms No 6). Στον τόπο που όλοι γνωρίσαμε μέσα από τις Ελληνικές ταινίες, της δεκαετίας του '60 Στην εξερεύνηση του ακινήτου Λεβίδη, που σήμερα έχει πουληθεί αντί 6.000.000 Ευρώ, σε Κυπριακή Εταιρεία.
Ξεκινήσαμε ανορθόδοξα, με έναν καλό φίλο από την περιοχή, τoν Δημήτρη. Μπαίνοντας από ένα κενό στην περίφραξη, προκειμένου να ιχνηλατήσουμε όλο τον λόφο, στην κορυφή του οποίου δεσπόζει η χαρακτηριστική βίλα. Κατασκευασμένη από τον αρχιτέκτονα Κωνσταντίνο Σακελλάριο την δεκαετία του '30».
Θεόδωρος Γκούμας.
Ο Δημήτριος Λεβίδης ήταν Αυλάρχης των Ανακτόρων του Τατοΐου και ιδιοκτήτης της όλης έκτασης των 80 στρεμμάτων, δηλαδή όλου του λόφου που είναι κατάφυτος από πεύκα, αποτελώντας ένα μοναδικό πάρκο, μέσα στο αστικό τοπίο της Παλλήνης.
Γύρω από την βίλα, τότε υπήρχαν υπέροχοι κήποι, αρδευτικά έργα. Λιμνούλες, εκκλησάκια και γενικά τοιχοποιίες, βαθμίδες και δρομάκια που επόπτευε και φρουρούσε με αστυνομική δύναμη ο υπενωμοτάρχης Θεόδωρος Κάργας.
Ο Λεβίδης πέθανε το 1963 και η χήρα αντιμετωπίζοντας οικονομικό πρόβλημα με την συντήρηση της βίλας, μιας και η πολιτική κατάσταση δεν ευνοούσε τους παρακείμενους του Παλατιού, άρχισε να μισθώνει το ακίνητο σε κινηματογραφικές εταιρίες, της εποχής.
Εδώ έχουν γυριστεί οι ταινίες, «Η αρχόντισσα κι ο αλήτης», «Ο μάγκας με το τρίκυκλο», «Εραστές του ονείρου», «Το λεβεντόπαιδο», «Πονηρό θηλυκό κατεργάρα γυναίκα», «Το παίζω και πολύ άνδρας» κ.α.
Ανεβαίνοντας το ύψωμα, βρήκαμε το εξωκλήσι του Άι Γιώργη, μάλλον δηλαδή, μιας και τίποτα δεν έχει απομείνει να αποδεικνύει ότι αυτός είναι ο ιερός χώρος, προς ανάμνηση του πατέρα του Δ. Λεβίδη, που γιόρταζε κάθε χρόνο στην γιορτή του Αγίου Γεωργίου και άνοιγε τις πόρτες του να δεχθεί κόσμο από όλα τα Μεσόγεια, που κατέφταναν στον Λόφο Λεβίδη.
Σήμερα, όπως μου είπε ο φίλος μου Δημήτρης, τόσο το εκκλησάκι όσο και η βίλα είναι άνδρο σατανιστών. Εδώ έδρασε και η συμμορία σατανιστών της Παλλήνης. Εδώ βρίσκονται παντού σατανιστικά σύμβολα και τις νύχτες όλος ο χώρος παραδίδεται σε τελετές μαύρης μαγείας.
Στην δε, πισίνα έξω από την βίλα, βρέθηκε νεκρή κοπέλα κατά το παρελθόν.
Οι ταινίες όμως κάποτε σταμάτησαν και ο μοναδικός κληρονόμος Γεώργιος Λεβίδης πουλάει την βίλα το 1990 Παραμονή υπογραφής των συμβολαίων καίγεται το μεγαλύτερο τμήμα της βίλας από «άγνωστη αιτία». Ακολουθεί εγκατάλειψη, ερείπωση και βανδαλισμός του χώρου. Γλυπτά, ορθομαρμαρώσεις, φουρούσια, σκάλες, τζάκια και άλλα αρχιτεκτονικά στοιχεία της βίλας, αποξηλώνονται.
Είχε προηγηθεί η κλοπή οτιδήποτε κινητού αντικειμένου ή είδους, που βρισκόταν στα 70 δωμάτια, με τα δεκάδες τζάκια, τις πολλές κρύπτες στα υπόγεια αλλά και τα γκαράζ, όπου μάρτυρες από την περιοχή, είχαν μετρήσει εκτός των άλλων και τρεις Rolls Royce.
Πράγματι, όπου μπήκαμε και ότι είδαμε σήμερα, αποτελεί ένα φάντασμα της Βίλας Λεβίδη. Παντού η φθορά του χρόνου και η καταστροφή των ανθρώπων, μετέτρεψαν το πολιτισμικό αυτό μνημείο, σε πολύ επικίνδυνο μέρος για τους δεκάδες νεαρούς επισκέπτες, που με έκπληξη βρήκαμε εκεί.
Νέους και νέες, με καφέδες και μπύρες, με κατοικίδια ή ποδήλατα, που περιδιάβαιναν απορημένοι τον χώρο, αναζητώντας μια σύνδεση με το ένδοξο παρελθόν. Μια διέξοδο με ταυτότητα ποιότητας που μόνο η ιστορία, το μουσείο και ο πολιτισμός μπορεί να χαρίσει.
Τέλος, θαυμάσαμε τον σωζόμενο Οθωμανικό πύργο, που ο αρχιτέκτονας είχε ευφυώς συνδέσει με την βίλα, με δύο καμάρες, που στήριζαν ένα υπόστεγο, στην κεντρική είσοδο. Τον πύργο που προϋπήρχε, απ ότι φαίνεται, όλων, στην κορυφή του λόφου, επί τουρκοκρατίας. Ως πιθανή οχύρωση του Τούρκου γαιοκτήμονα, της περιοχής. Που μπορεί να διατηρούσε εκεί αγροικία.
Και τελειώνοντας την όμορφη αυτή βόλτα-σπάζοντας τα δεσμά της καραντίνας, στο χωροχρόνο του Λόφου Λεβίδη, αφού ρίξαμε μια τελευταία ματιά προς την Ραφήνα και το τοπίο της Αττικής γης, που αποθεώνεται στα Μεσόγεια, κατηφορίσαμε προς την Λεωφόρο Μαραθώνος. Τα αμπέλια πλέον έδωσαν την θέση τους στους δρόμους και οι ελαιώνες, στα κτίρια. Η βοή των διερχόμενων αυτοκινήτων μας επανέφερε στο τώρα. Και πήραμε εποχούμενοι τον δρόμο για το σπίτι, πριν αρχίσει η απαγόρευση της κυκλοφορίας.

















































































